Της Μπίσσα Ελισάβετ
Με το νομοσχέδιο για την Επαγγελματική Εκπαίδευση (νόμος υπ΄αριθμ.4763/21-12-2020), το ΥΠΑΙΘ υλοποιεί το πρώτο βήμα μιας ευρύτερης εκπαιδευτικής πολιτικής, που μεταξύ άλλων περιλαμβάνει την συρρίκνωση της Δημόσιας Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και την κατεύθυνση της συντριπτικής πλειοψηφίας των νέων στις δομές της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, η οποία με τη σειρά της θα βασίζεται σε ένα εκτεταμένο δίκτυο ιδιωτικών δομών και σε ένα μικρό αριθμό (συρρικνωμένων) δημόσιων δομών. Αποτελεί πιστή αντιγραφή των πάνω από μια δεκαετία οδηγιών και εκθέσεων του ΟΟΣΑ, της Ε.Ε. και του ΣΕΒ.
Η Υπουργός Παιδείας, όπως και οι προκάτοχοί της, αντιμετωπίζουν την δημόσια παιδεία ως υπηρέτη των αναγκών της «οικονομίας», που προετοιμάζει τα παιδιά ως φθηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό, το οποίο θα έχει όσες γνώσεις και δεξιότητες έχει ανάγκη η κερδοφορία των επιχειρήσεων και όχι ολοκληρωμένη μόρφωση και καλλιέργεια ανθρωπιστικών αξιών με σκοπό τη διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων.
Τα βασικά σημεία του νέου νομοσχεδίου για την ΕΕΚ
1. Ενιαίος σχεδιασμός της ΕΕΚ (Επαγγελματικές Σχολές Κατάρτισης, ΕΠΑΣ, ΟΑΕΔ, ΕΠΑΛ, Μεταλυκειακό Έτος Μαθητείας, ΙΕΚ) με συγκρότηση αντίστοιχων συμβουλίων σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Κύριο χαρακτηριστικό η αντεργατική σύνθεσή τους με ισχυρή παρουσία των εργοδοτικών οργανώσεων και της τοπικής αυτοδιοίκησης, με κύριο σκοπό την διερεύνηση των αναγκών της αγοράς σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο, που προοιωνίζεται την κατάργηση ειδικοτήτων, αλλά και εκπαιδευτικών δομών, και τη δημιουργία ειδικοτήτων στενά δεμένων με τις τοπικές ανάγκες.
2. Οι μεταγυμνασιακές διετείς ΣΕΚ του ν. Αρβανιτόπουλου επανέρχονται ως ΕΣΚ με το νόμο Κεραμέως και υποβιβάζονται μαζί με τις ΕΠΑΣ (του ΟΑΕΔ) από το επίπεδο 4 στο επίπεδο 3 του πλαισίου προσόντων. Οι σχολές αυτές, δημόσιες και ιδιωτικές, θα είναι έξω από το τυπικό δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης και θα λειτουργούν με κέντρο τη μαθητεία. Στόχος της κυβέρνησης είναι οι νέοι από τα 15 χρόνια τους να μαθαίνουν από τον εργοδότη και για τον εργοδότη. Η βίαιη μετακίνηση μεγάλου μέρους των μαθητών μετά το Γυμνάσιο προς τις ΕΣΚ αποτελεί κεντρική πολιτική επιλογή για την κυβέρνηση. Ιδιαίτερα πρέπει να τονιστεί, ότι σε αυτή την περίοδο της επιβολής της «τηλεκπαίδευσης», με τα τεράστια μορφωτικά ελλείμματα που συσσωρεύονται στους μαθητές από την εγκληματική πολιτική αποκλεισμού( lockdown) στα σχολεία και της αδυναμίας αναπλήρωσής τους, πολλά παιδιά θα αδυνατούν να συνεχίσουν στο Λύκειο και θα οδηγούνται βίαια προς τις επαγγελματικές σχολές μαθητείας ως μοναδική διέξοδο.
3. Ίδρυση 15 πρότυπων ΕΠΑΛ με προοπτική επέκτασής τους σε μια τετραετία. Τα πρότυπα ΕΠΑΛ θα λειτουργούν με καθοριστικό το ρόλο των κοινωνικών εταίρων δηλ. των επιχειρήσεων. Τα κριτήρια και η ευελιξία στην επιλογή τομέων και ειδικοτήτων, σύμφωνα με τις τοπικές ανάγκες των επιχειρήσεων, οδηγούν σε απόφοιτους απόλυτα ευάλωτους και εξαρτημένους από τις αλλαγές στην αγορά εργασίας. Προβλέπεται η αυτονομία των σχολικών μονάδων με ενεργή συμμετοχή της τοπικής αυτοδιοίκησης, που σηματοδοτεί την απόσυρση του κράτους από την υποχρέωση στήριξης του δημόσιου σχολείου. Αποτελεί βήμα στην προώθηση των σχεδίων της κυβέρνησης για πέρασμα κρίσιμων κοινωνικών τομέων όπως Υγεία και Παιδεία στην ευθύνη των Δήμων. Περίοπτη θέση έχει η σκληρή αξιολόγηση σχολείων με δείκτες ανορθολογικούς (αριθμός των αποφοίτων που προσήλθαν σε εξετάσεις πιστοποίησης, βαθμός επιτυχίας στις εξετάσεις, αριθμός των αποφοίτων που εξασφάλισαν θέση στην αγορά εργασίας, συμμετοχή σε πανεπιστημιακές σπουδές) καθώς αγνοούν την κοινωνικο-ταξική σύνθεση των σχολείων. Επιπλέον στα Π.ΕΠΑΛ συρρικνώνεται το εργαστηριακό πρόγραμμα σπουδών με την καθιέρωση της πρακτικής άσκησης στην επιχείρηση για μία ημέρα την εβδομάδα. Οι επιχειρήσεις και η τοπική αυτοδιοίκηση θα έχουν λόγο για προγράμματα σπουδών, διδακτικές μεθόδους και ειδικά μαθήματα για ειδικότητες. Με βάση τα παραπάνω, στα Πρότυπα ΕΠΑΛ και σε επόμενη φάση στο σύνολο των ΕΠΑΛ, εγκαταλείπεται ο στοιχειώδης παιδαγωγικός χαρακτήρας των σχολείων και υποτάσσονται πλήρως στις ανάγκες των επιχειρήσεων, ενώ παραμένει αδιευκρίνιστο τι θα γίνει με τα μαθήματα γενικής παιδείας.
4. Διατηρείται και επεκτείνεται ο θεσμός του μεταλυκειακού έτους της μαθητείας. Προβλέπεται μαθητεία κατ’ ελάχιστο 50% του προγράμματος, με μισθό του ανειδίκευτου εργάτη, με ασφάλιση υγειονομικής περίθαλψης και συνταξιοδότησης με το αζημίωτο για τους εργοδότες, αφού το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους κόστους βαραίνει το κρατικό ταμείο, δωρεά στην κερδοφορία των επιχειρήσεων. Για την επέκταση του θεσμού της μαθητείας για άλλη μια φορά επιχειρείται ο διαχωρισμός μεταξύ των εκπαιδευτικών, με πρόσληψη αναπληρωτών για την εποπτεία της μαθητείας, την ίδια στιγμή που ακόμη και μέχρι σχεδόν το τέλος της χρονιάς τομείς και ειδικότητες σε ΕΠΑΛ δεν είχαν καλύψει τα κενά.
5. Συρρικνώνουν τα δημόσια ΙΕΚ, αφού προβλέπεται πως δημόσια ΙΕΚ θα λειτουργούν με ελάχιστο αριθμό 250 σπουδαστών, εκτός από απομακρυσμένες περιοχές που προβλέπεται ελάχιστος αριθμός 100 σπουδαστών.
Επιπλέον καθιερώνει δίδακτρα για τα ξενόγλωσσα τμήματα των ΙΕΚ και τη δυνατότητα ίδρυσης θεματικών ΙΕΚ, στα πρότυπα του σχολείου ταυτότητας που προσπάθησαν στο παρελθόν οι κυβερνήσεις να εφαρμόσουν στα ΕΠΑ.Λ. Το ίδιο προσπαθεί να εφαρμόσει και η σημερινή κυβέρνηση, ακολουθώντας την πολιτική κατάργησης των αλληλοεπικαλύψεων στους τομείς και στις ειδικότητες αλλά και στη χωροταξία των δομών Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης.
6. Το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων βασίζεται στη Σύσταση του Ευρωπαϊκού Πλαισίου Επαγγελματικών Προσόντων (Ε.Π.Ε.Π.) για τη Δια Βίου Μάθηση. Το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων θα καταργήσει τα Επαγγελματικά Δικαιώματα, με βάση τα οποία διεκδικούσαν και υπέγραφαν οι εργαζόμενοι τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας τους και οδηγεί στον κατακερματισμό και στη μείωση του εργασιακού κόστους και στις ατομικές συμβάσεις εργασίας (Συνθήκη Λισσαβόνας). Η ένταξη των εργαζομένων στις κατηγορίες του νέου Εθνικού Πλαισίου Προσόντων θα ακολουθεί τις αρχές των συστημάτων VET, που σχεδιάστηκαν στην ΕΕ και συνδέονται άμεσα με την πολιτική απασχόλησης, την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και την πλήρωση των αναγκών της αγοράς εργασίας.
Συμπεράσματα
Η αγωνιώδης προσπάθεια για συρρίκνωση της Δημόσιας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης είναι πανταχού παρούσα στο νομοσχέδιο. Πουθενά στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει μια ένδειξη έστω για εξασφάλιση των σημαντικότερων προϋποθέσεων για την ύπαρξη δημόσιας επαγγελματικής εκπαίδευσης: α) ενίσχυση του υλικοτεχνικού εξοπλισμού (εργαστήρια και ευρύτερα υλικοτεχνική υποδομή) και β) ενίσχυση με μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό.
Είναι προ των πυλών η μετατροπή των δημόσιων εκπαιδευτικών οργανισμών σε οργανισμούς με επιχειρηματική (και σε καμιά περίπτωση παιδαγωγική) λογική διοίκησης.
Για χιλιάδες μελλοντικούς μαθητές – σπουδαστές στις δομές επαγγελματικής εκπαίδευσης το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, η επίπτωση θα είναι η πρόσβαση σε γνώσεις – δεξιότητες σύμφωνα με τις τρέχουσες ανάγκες της αγοράς, οι οποίες θα απαξιώνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα και θα απαιτείται επανακατάρτιση.
Η εφαρμογή του νόμου θα σημάνει μαζί με τη δραστική μείωση των δημόσιων δομών και τη συρρίκνωση της απασχόλησης σε αυτές και την επιδείνωση των όρων εργασίας συνολικά των εκπαιδευτικών.
Επίλογος
Το ΥΠΑΙΘ σε αγαστή συνεργασία με την κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ένα δυστοπικό τοπίο στο χώρο της παιδείας, που αποδομεί το δημόσιο σχολείο.
Η απάντηση των εκπαιδευτικών σε αυτή την νεοφιλελεύθερη και ανάλγητη πολιτική είναι η διεκδίκηση και ο αγώνας.
Ο εκπαιδευτικός κόσμος σθεναρά, παρά τις αντιξοότητες και τις πιέσεις, μάχεται και θα συνεχίσει να μάχεται με όλες του τις δυνάμεις, για ένα σχολείο που θα συνδυάζει τη γενική παιδεία, την ευρεία ανθρωπιστική μόρφωση με επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ικανότητες για τους βασικούς κλάδους της παραγωγής, που θα καλλιεργεί την ισόρροπη γνωστική, καλλιτεχνική, ηθική και σωματική ανάπτυξη των παιδιών, την κριτική – δημιουργική σκέψη, την αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου