του Γιώργου Καλημερίδη
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΡΙΝ (27/1/2019)
Ο αναβρασμός στην εκπαίδευση συνεχίζεται. Η κυβέρνηση δεν ξεμπέρδεψε με την ψήφιση του νόμου που απολύει χιλιάδες αναπληρωτές και εισάγει την αξιολόγηση. Γιατί στη διάρκεια αυτού του συγκλονιστικού δεκαημέρου με τις χιλιάδες των διαδηλωτών, την κατάληψη της Πρυτανείας, τις μαζικές και μαχητικές απεργιακές συγκεντρώσεις, σμιλεύτηκαν τα χαρακτηριστικά της συνέχισης των αγώνων. Μια νέα ενότητα ανάμεσα στους αναπληρωτές κατακτήθηκε και κατόρθωσε να υπερβεί τις διαφοροποιήσεις, τους συντεχνιασμούς, τον κανιβαλισμό που η ίδια η κυβέρνηση επιχείρησε να εισάγει. Πάνω σ’ αυτή ενότητα βρίσκει έδαφος η διεκδίκηση του αιτήματος της μονιμοποίησης των αναπληρωτών και των μαζικών διορισμών, αυτή ένωσε μόνιμους κι αναπληρωτές στο δρόμο του αγώνα και αναβάθμισε την πολιτική συζήτηση γύρω από το σχολείο, το περιεχόμενο του, την αξιολόγηση.
Έγινε κατανοητό από όλους τους αγωνιζόμενους/ες εκπαιδευτικούς ότι το προσοντολόγιο είναι ένα αντιδραστικό, νεοφιλελεύθερης κοπής, πολιτικό πολυεργαλείο που ελαστικοποιεί περαιτέρω τις εργασιακές σχέσεις, εμπεδώνει τον ανταγωνισμό ως καταστατική συνθήκη για τη λειτουργία του σχολείου, καταργεί την προϋπηρεσία, αποσυνθέτει τον αναγκαίο συλλογικό χαρακτήρα των παιδαγωγικών σχέσεων, εμπορευματοποιεί την ανώτατη εκπαίδευση και καταργεί κάθε δικαίωμα που απορρέει από το βασικό πτυχίο. Από αυτή την οπτική, ο κύκλος που άνοιξε το προηγούμενο δεκαήμερο, όχι μόνο δεν έκλεισε, αλλά παραμένει ανοικτός, ανεξάρτητα από τους ποικίλους κυβερνητικούς χειρισμούς και τη συναινετική στάση του κυρίαρχου συνδικαλισμού.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση, την ημέρα της απεργίας ενάντια στο προσοντολόγιο, δημοσιοποίησε την υπουργική απόφαση για τα κριτήρια και τους δείκτες της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας (προγραμματισμός – αποτίμηση πλέον του εκπαιδευτικού έργου) και ανακοίνωσε μάλιστα και τα σεμινάρια των στελεχών εκπαίδευσης στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, αναπαράγοντας, με πανομοιότυπο τρόπο και χρονικό προγραμματισμό, το κακόγουστο έργο των κυβερνήσεων Παπανδρέου – Σαμαρά.
Οι συνέχειες του κράτους στο πεδίο του δημόσιου σχολείου είναι προφανείς. Αυτό δεν μας εντυπωσιάζει, καθώς τόσο στην έκθεση του 2011, όσο και και στην έκθεση του 2018 του ΟΟΣΑ, τον περασμένο Απρίλη, η εντολή ήταν και είναι σαφής: ανάπτυξη κουλτούρας αξιολόγησης σε κάθε διάσταση των εκπαιδευτικών πρακτικών. Αποδεικνύεται πολύ γρήγορα, επομένως, ότι οι νέες δομές υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου, οι οποίες θεσμοθετήθηκαν με τον πρόσφατο νόμο 4547, μικρή σχέση έχουν με το εκπαιδευτικό έργο, καθώς κυρίως προσανατολίζονται στη συγκρότηση ενός νέου μηχανισμού πειθαρχικού ελέγχου των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών του.
Η αξιολόγηση είναι άλλωστε μια κεντρική επιδίωξη του αστικού κράτους στο πεδίο του σχολείου εδώ και τριάντα χρόνια και όχι λόγω κάποιας αυθαίρετης ιδεολογικής εμμονής. Η αξιολόγηση μπορεί να διασφαλίσει τον καλύτερο πειθαρχικό έλεγχο των σχολικών μονάδων και όλων των εκπαιδευτικών υποκειμένων, ενώ διαμέσου της ποσοτικοποίησης και της διαρκούς συγκρισιμότητας που επιβάλλει, ανοίγει το δρόμο για την απόκεντρωση και τη λεγόμενη σχολική αυτονομία, δηλαδή για την επιβολή του αρχών του επιχειρηματικού μάνατζεμντ και των αγοραίων κριτηρίων στο θεσμικό, εργασιακό και παιδαγωγικό DNA του δημόσιου σχολείου. Η αξιολόγηση, με πρώτο τακτικό πολιτικό βήμα την αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, αποτελεί αναπόσπαστη και κεντρική διάσταση της συνολικής καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης του δημόσιου σχολείου στην κατεύθυνση της αγοράς, των δεξιοτήτων, της ταξικής επιλεκτικότητας και της τυποποίησης. Αυτές τις ταξικές πολιτικές παραδοχές υπηρετεί ο προγραμματισμός και αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου.
Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε βασικό εκφραστή των καπιταλιστικής στρατηγικής στο δημόσιο σχολείο ήταν λογικό να οδηγήσει και σε ένα αντίστοιχο σχέδιο αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, αξιοποιώντας μάλιστα, συχνά, τα ίδια τα ακαδημαϊκά ρετάλια της εκπαιδευτικής αξιολόγησης. Πιστεύουν ότι μπορούν να πετύχουν πολιτικά με ποικίλα ιδεολογικά φτιασίδια εκεί που απέτυχαν οι Αρσένης- Ευθυμίου- Διμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλος. Ο ΣΥΡΙΖΑ και με τον προσοντολόγιο και με την Υ.Α. για την αυτοαξιολόγηση, επιχειρεί, μέσα σε λίγες μέρες, να αποδείξει ότι είναι ο καλύτερος εγγυητής της εκπαιδευτικής εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, την ίδια στιγμή που καταγγέλλει τη μνημονιακή συμπολίτευση της Ν.Δ. για νεοφιλελεύθερη εκπαιδευτική πολιτική.
Εδώ όμως υπάρχει και ένα ενοχλητικό εμπόδιο για την κυβέρνηση: το εκπαιδευτικό κίνημα. Οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών το Γενάρη απέδειξαν, για άλλη μια φορά, ότι, διαχρονικά, το εκπαιδευτικό κίνημα μπορεί να ανατρέπει τις κανονικότητες του αστικού πολιτικού σκηνικού, θέτοντας στο προσκήνιο τα δικαιώματα της εργασίας, της μόρφωσης και της συλλογικής αυτοοργάνωσης. Η επαναφορά για ακόμη μια φορά της αξιολόγησης, σε συνδυασμό με το καταστροφικό προσοντολόγιο των απολύσεων και των ατομικών προσόντων, όχι απλά απογυμνώνει κάθε πρόσχημα “προοδευτικής” εκπαιδευτικής διαχείρισης του κ. Γαβρόγλου, αλλά συνενώνει αντιστάσεις για ένα νέο γύρο πολιτικής αντιπαράθεσης πολύ πιο αναβαθμισμένο και συγκρουσιακό.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΠΡΙΝ (27/1/2019)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου